Επιστροφή στις ρίζες : η λύση για τη σύγχρονη γεωργία


Η γεωργία αποτελεί ένα βασικό μοχλό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Δεδομένου ότι η σύγχρονη αγροτική οικονομία έχει ευκαιρίες και προοπτικές, μπορούμε να απελευθερώσουμε τη δυναμική της γεωργίας, επιστρέφοντας στις ρίζες μας και από εκεί να ανέβουμε ψηλά, τονίστηκε στην εκδήλωση με θέμα «Οικονομική Ανάπτυξη & Γεωργία : επιστροφή στις ρίζες», που πραγματοποίησε η ομάδα Οικονομικών, Χρηματοοικονομικών και Τραπεζιτικών Θεμάτων του Συνδέσμου Αποφοίτων Βρετανικών Πανεπιστημίων (BGS), την Πέμπτη 16 Ιουνίου, στο αμφιθέατρο του Ινστιτούτου Δασικών Ερευνών (ΕΘΙΑΓΕ) – και υπό την ευγενική του χορηγία.

Σύμφωνα με όσα ειπώθηκαν, η λύση δεν θα έρθει από τις Βρυξέλλες αλλά από εμάς! Όμως η έξοδος από την καταστροφή προϋποθέτει συστράτευση σε κοινούς στόχους, όταν όλοι τονίζουν ότι υπάρχει η αισιοδοξία και μπορούμε και πρέπει να τα καταφέρουμε.
Τα επιμέρους θέματα της εκδήλωσης αφορούν την παραγωγή και την επεξεργασία προϊόντων, την προώθηση και τις εξαγωγές, τη διασφάλιση ποιότητας, καθώς και τη βιώσιμη γεωργική ανάπτυξη.


Στη συζήτηση συμμετείχαν οι : Άρης Κεφαλογιάννης, Γεώργιος Νυχάς, Αφροδίτη Παπαδάκη – Κλαυδιανού και Σταμάτης Σεκλιζιώτης, υπό τον συντονισμό της κυρίας Τάνιας Γεωργιοπούλου (δημοσιογράφου στην «Καθημερινή», υπεύθυνης για το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης).
Ο Βασίλης Ζώτος, πρόεδρος του BGS έκανε μια σύντομη εισαγωγή και παρουσίασε τους συμμετέχοντες.  Ως βασική ιδέα, προέβαλε την ανάγκη, δεδομένου του ότι βρισκόμαστε στην τρίτη χρονιά ύφεσης, να υπάρξουν αναπτυξιακές πρωτοβουλίες, οι οποίες να εστιάζουν στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Ελλάδος, συγκεκριμένα στην Αγροτική Ανάπτυξη.
Όπως τόνισε η γεωργία είναι μια από τις λύσεις για ανάπτυξη, γι αυτό πρέπει να προχωρήσουμε γιατί διαφορετικά όσο το καθυστερούμε θα οδηγηθούμε στο σημείο όπου δεν θα υπάρχει καμία λύση και καμία επιλογή.

Αρχικά η Αφροδίτη Παπαδάκη – Κλαυδιανού παρατήρησε ότι η σύγχρονη τάση που πρέπει να ακολουθήσει η χώρα, είναι η μετάβαση από το μοντέλο της γεωργικής, στην ευρύτερη αγροτική ανάπτυξη.  Πέραν των συντονισμένων επιχειρηματικών προσπαθειών σε ευρεία κλίμακα μέσω μεγάλων αγροτικών επιχειρήσεων, πρέπει να υποστηριχθεί η προσπάθεια ανάπτυξης των μικρής κλίμακας τοπικών επιχειρήσεων της Ελληνικής περιφέρειας, μέσω της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και των συνεργασιών, για τα εκάστοτε προϊόντα για τα οποία υπάρχει ζήτηση και προσφέρεται στρατηγικό πλεονέκτημα. 

Η πιο επιτυχημένη πρακτική κατά την τελευταία τριετία, είναι η ανάληψη ιδιωτικής πρωτοβουλίας και η δημιουργία ανεξάρτητων τοπικών συνεταιρισμών σε περιοχές στις οποίες φαινόταν να είχε χαθεί κάθε προοπτική βιωσιμότητας των παραδοσιακών γεωργικών μοντέλων ανάπτυξης.  Τέλος υπήρξε αναφορά στο ελπιδοφόρο μήνυμα, πως την περίοδο 2008 – 2009, 37.000 αστοί μετακινήθηκαν στην ύπαιθρο αναλαμβάνοντας αγροτικές εργασίες.


Στη συνέχεια ο Σταμάτης Σεκλιζιώτης ανέλυσε το μοντέλο των Γεωργικών Εφαρμογών, μέσω του οποίου θα πρέπει να προγραμματίζεται από ειδικούς επιστήμονες το εκάστοτε πλέον δόκιμο μοντέλο Αγροτικής Παραγωγής για κάθε περιοχή και βάσει αυτού, να επιμορφώνονται και να καθοδηγούνται κατάλληλα οι παραγωγοί.  Ελλείψει του οργανωμένου μοντέλου των Γεωργικών Εφαρμογών, η Ελληνική αγροτική παραγωγή τείνει να απολέσει, έναντι του ανταγωνισμού, τα παραδοσιακά επιτυχημένα, αναγνωρισμένα, αγροτικά προϊόντα.  Επιπλέον επισημάνθηκε ότι αυτή τη στιγμή πραγματοποιούνται εισαγωγές αγροτικών προϊόντων ύψους 6.6 δισεκατομμυρίων ευρώ, τη στιγμή που υπάρχουν περί τα 8 εκατομμύρια στρέμματα ακαλλιέργητης γεωργικής γης.

Ο Άρης Κεφαλογιάννης μοιράστηκε την εμπειρία του από τις επιτυχημένες προσπάθειες εξαγωγής τοπικών προϊόντων ανεξάρτητων αγροτικών συνεταιρισμών, ενώ τόνισε πως με την κατάρρευση της εσωτερικής αγοράς, παρουσιάζεται ευκαιρία για αύξηση των αγροτικών εξαγωγών, μέσω ιδιωτικών πρωτοβουλιών με ισχυρό όραμα και αξίες, οι οποίες θα υιοθετήσουν συμπαγείς προωθητικές ενέργειες για προϊόντα με ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, για τα οποία θα υιοθετηθούν καινοτόμες πρακτικές marketing.  

Παρέθεσε συγκεκριμένα στοιχεία ερευνών οι οποίες αποδεικνύουν ότι μία σειρά Ελληνικών παραδοσιακών προϊόντων περιέχει χρήσιμα και υγιεινά συστατικά και ουσίες σε σημαντικά υψηλότερη περιεκτικότητα σε σχέση με ανταγωνιστικά προϊόντα παραγόμενα σε άλλες χώρες, γεγονός που δεν έχει αξιοποιηθεί κατάλληλα για την προώθηση των Ελληνικών προϊόντων, καταδεικνύοντας αδράνεια και κακό marketing. Βάσει των παραπάνω, αναδείχθηκε η ανάγκη για την ανάπτυξη 3 – 4 ισχυρών ελληνικών brand names αγροτικών προϊόντων.

Κλείνοντας τις αρχικές τοποθετήσεις των ομιλητών, ο Γεώργιος Νυχάς εστίασε στην ανάγκη προβολής των Ελληνικών αγροτικών προϊόντων, ως ιδιαίτερα ασφαλή, με βάση τα χαρακτηριστικά τα οποία διαθέτουν και απορρέουν από το μοναδικό μικροκλίμα της χώρας.  Βάσει των εγγενών χαρακτηριστικών τους, τα Ελληνικά αγροτικά προϊόντα είναι σαφώς ασφαλέστερα και πιο θρεπτικά/ υγιεινά των λοιπών Ευρωπαϊκών, χαρακτηριστικό που πρέπει πρώτον, να ενισχυθεί μέσω υγειονομικών ελέγχων που θα διασφαλίσουν την ασφάλεια κατά τη διακίνηση, τυποποίηση, αποθήκευση και συντήρηση και δεύτερον, να αξιοποιηθεί επικοινωνιακά για την προώθησή τους.

Στη συνέχεια υπεβλήθησαν ερωτήσεις από το ακροατήριο, τις οποίες, υπό τον συντονισμό της κυρίας Τάνιας Γεωργιοπούλου, απάντησαν οι συμμετέχοντες στο πάνελ. 

Σταχυολογώντας θέματα και θέσεις που αναπτύχθηκαν κατά τον διάλογο αυτό, αναφέρουμε τα εξής :
Η ελληνική αγροτική παραγωγή δεδομένου ότι δεν μπορεί να ανταγωνισθεί σε κόστος την παραγωγή μαζικών προϊόντων (commodities), θα πρέπει να εστιάσει στην παραγωγή προϊόντων υψηλής ποιότητας τα οποία θα απευθύνονται σε εξειδικευμένο κοινό (niche market), με υψηλά περιθώρια κέρδους.
Πρέπει να αξιοποιηθούν εξαγωγικά οι ευκαιρίες που προκύπτουν από την αναγνώριση των τουριστών για τα Ελληνικά αγροτικά προϊόντα.
Πρέπει να ενισχυθεί η προστατευόμενη προέλευση των Ελληνικών προϊόντων, και να περιορισθεί η αλλοίωσή τους λόγω αισχροκέρδειας.
Πρέπει να αξιοποιηθούν τα Ελληνικά εστιατόρια του εξωτερικού, για την προβολή των Ελληνικών αγροτικών προϊόντων.
Πρέπει να αντιμετωπιστεί η μεγάλη ψαλίδα μεταξύ τιμών παραγωγού και τελικών τιμών καταναλωτή, η οποία πλήττει και τους παραγωγούς και τους καταναλωτές.  Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στην Ελλάδα ο λόγος τιμών είναι 1/5, ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι 1/3.  Ως μέρος της λύσης προτείνεται η ανάληψη ιδιωτικής πρωτοβουλίας για την παράκαμψη των μεσαζόντων.
Πρέπει να δημιουργηθεί μία ενιαία Αγροτική Πολιτική, στο πλαίσιο της οποίας να γίνονται και οι διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου