Η πείνα στην Ελλάδα της Κατοχής


Με αφορμή την Εθνική μας επέτειο σας παραθέτω το άρθρο του Γιώργου Ζαβάκου (wwww.istoria.gr). Ο επισιτισμός της Ελλάδος αποτελούσε ανέκαθεν ένα από τα σημαντικότερα προβλήματά της. Η φύση του ελληνικού εδάφους και οι κλιματολογικές συνθήκες ευνοούσαν την παραγωγή βιομηχανικών γεωργικών προϊόντων ή γεωργικών προϊόντων πολυτελούς επισιτισμού τα οποία ήταν και είναι εξαιρετικά ευπρόσβλητα στην περίπτωση διεθνών κρίσεων. Αυτά ανταλλάσσονταν με τρόφιμα πρώτης ανάγκης και ο όγκος των ανταλλαγών αυτών κατείχε σημαντική θέση στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας.
Η Ελλάδα εξήγε καπνό, σταφίδα, κρασί, λάδι, σύκα, κ.ά. και εισήγε σιτηρά, κρέας και άλλα ζωοκομικά προϊόντα, ζάχαρη, ρύζι κ.ά. Πριν από τον πόλεμο η Ελλάδα δεν είχε αυτάρκεια σε τρόφιμα και επομένως, για να διατηρηθεί το επίπεδο διατροφής του λαού, ήταν απαραίτητος ο συμπληρωματικός εφοδιασμός της από το εξωτερικό.


Η Ελλάδα τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια έχει να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, της Μικρασιατικής Καταστροφής, αλλά και να ξεπεράσει τις οικονομικές επιπτώσεις και να αφομοιώσει το ενάμισι περίπου εκατομμύριο προσφύγων που έρχονται στην Ελλάδα από τη Μικρά Ασία. Οι προπολεμικές ελληνικές κυβερνήσεις λαμβάνουν δραστήρια μέτρα και προχωρούν σε μεταρρυθμίσεις για την αύξηση της γεωργικής παραγωγής.
Παρ’ όλα αυτά, και η αυξανόμενη παραγωγή δεν ήταν αρκετή για να θρέψει ολόκληρο τον ελληνικό πληθυσμό και να εξασφαλίζει την αυτάρκεια της χώρας σε τρόφιμα και οι εισαγωγές αγαθών εξακολουθούν να είναι αναγκαίες. Ο ελληνικός αγροτικός πληθυσμός ζει με μεγάλη λιτότητα έχοντας ως κύριο διατροφικό μέσο το ψωμί. Η κατανάλωση κρέατος, γάλακτος και ψαριών καθώς και των προϊόντων πολυτελείας (τσάι, καφές, κακάο κ.ά.) είναι εξαιρετικά χαμηλή.
Καθώς πλησιάζει η έκρηξη του πολέμου η κατάσταση επιδεινώνεται. Οι τοπικές επιστρατεύσεις, οι στρατιωτικές προπαρασκευές και η εκτέλεση αμυντικών έργων απορροφούν ολοένα και περισσότερα αποθεματικά ποσά. Ταυτόχρονα ο κίνδυνος της σύρραξης προξένησε δικαιολογημένο πανικό στον λαό με αποτέλεσμα την πρωτοφανή αγοραστική κίνηση σε ολόκληρη τη χώρα που εξαφάνισε κάθε διαθέσιμο απόθεμα αγαθών.
Η έκρηξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1939 προκάλεσε εξάλλου δυσχέρειες στο εξωτερικό εμπόριο της Ελλάδος αλλά και στην υπερπόντια ελληνική ναυτιλία, που επέφερε αναπόφευκτες συνέπειες στον απαραίτητο εφοδιασμό από το εξωτερικό και κατ’ επέκταση στον εντοπισμό του ελληνικού πληθυσμού. Με την κήρυξη του πολέμου από τους Ιταλούς η Ελλάδα μετατρέπεται σε θέατρο επιχειρήσεων.
Ο στρατός, που έχει προτεραιότητα στη διατροφή, απορροφά μεγάλο μέρος από τα αποθέματα τροφίμων και έτσι λιγοστεύουν συνεχώς οι ποσότητες που απομένουν για τον αστικό πληθυσμό. Κάθε διαθέσιμο συνάλλαγμα φυλάσσεται για την αγορά πολεμοφοδίων. Η επιστράτευση στερεί τη γεωργία από τα απαραίτητα εργατικά χέρια, ενω η επίταξη των μεταφορικών μέσων και των υποζυγίων αποδυναμώνει και δυσχεραίνει καταστροφικά την παραγωγή.
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί και η παρατεταμένη ξηρασία που οδηγεί σε μεγάλη μείωση της φθινοπωρινής σποράς (μόνο το 1/10 της κανονικής) αλλά και η έλλειψη σπόρων, λιπασμάτων, φυτοφαρμάκων και καυσίμων εξαιτίας του πολέμου. Το 1941 η σοδειά έχει πέσει στο μισό τόσο εξαιτίας του πολέμου αλλά και εξαιτίας των δυσμενών καιρικών συνθηκών. Το εθνικό εισόδημα, που φτάνει το 1939 τα 62,8 δισεκατομμύρια δραχμές, πέφτει το 1941 στα 23. Οι εισαγωγές παύουν εντελώς, ενώ πολλά εργοστάσια κλείνουν εξαιτίας της έλλειψης πρώτων υλών και καυσίμων.
Η ναυτιλία, που αποτελούσε ζωτικό πόρο για τη χώρα, παραλύει, όπως και η αλιεία που απαγορεύεται για στρατιωτικούς λόγους. Οι μεταφορές, σιδηροδρομικές και οδικές, περιορίζονται στο ελάχιστο. Με τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο η χώρα υπέστη ολέθριο πλήγμα στην οικονομική υποδομή της που θα τη σημάδευε και θα την έφερνε πολλά χρόνια πίσω. Για να μπορέσει να ανακάμψει, θα χρειάζονταν πολλά χρόνια, ακόμη κι αν μετά τον πόλεμο ακολουθούσε ειρηνική περίοδος ανοικοδόμησης.
Το γεγονός ότι μετά τη σύρραξη ακολουθεί σκληρή και εξαντλητική Κατοχή, τόσο από πλευράς υλικών όσο και ανθρώπινων πόρων, αποδεικνύει το μέγεθος της καταστροφής, αλλά και την απελπιστική κατάσταση στην οποία θα περιέλθει το ελληνικό στοιχείο.

Σύμφωνα με τα κείμενα των σχεδίων της Χάγης του 1899 και των Βρυξελλών, αλλά και τον κανονισμό της Χάγης του 1907, όταν ένας στρατός καταλαμβάνει μια ξένη χώρα οφείλει να εξασφαλίσει τη συντήρησή του με τρόφιμα της πατρίδας του και να συμπληρώνει τις προμήθειές του, όταν αυτό χρειαστεί, από τους πόρους της κατεχόμενης χώρας υπό τον όρο να μην διαταράσσει δραματικά τη διατροφή του πληθυσμού. Οι δυνάμεις του Άξονα όχι μόνο δεν τήρησαν αυτό τον κανόνα, αλλά και ενήργησαν με τέτοιο τρόπο που έκαναν αδύνατη τη διατροφή των Ελλήνων με τα προϊόντα της χώρας τους.
Μεταξύ της 1ης Μαΐου του 1941 και 15ης Οκτωβρίου του 1942 το Ράιχ αφαίρεσε κάθε χρήσιμο παραγωγικό εργαλείο και δεν έδωσε τίποτα, ή πολύ λίγα, σε ανταπόδοση καθιστώντας έτσι αδύνατη την ανάκαμψη της οικονομίας. Ολόκληρη η σοδειά κατασχέθηκε ως λεία πολέμου ή αγοράστηκε σε πολύ χαμηλές τιμές και μεταφέρθηκε στη Γερμανία. Όλα τα πολύτιμα για τις εξαγωγές αποθέματα σε λάδι, σταφίδα, καπνό, σύκα και ελιές κατασχέθηκαν με σκοπό πολλά από αυτά να θρέψουν τον γερμανικό στρατό της Βόρειας Αφρικής.
Ακόμη και ελληνικό νερό στάλθηκε σ’ αυτή την περιοχή. Μέχρι και εργοστάσια τροφίμων ίδρυσαν οι Γερμανοί, για να κονσερβοποιούν τα ελληνικά προϊόντα και να τα στέλνουν στην πατρίδα τους. Όσον αφορά τις επιτάξεις, χαρακτήριζαν την ύπαρξη και των ελάχιστων ιδιωτικών αποθεμάτων ως λαθρεμπόριο πολέμου και έτσι όλοι έσπευδαν τρομοκρατημένοι να παραδώσουν ό,τι είχαν στην κατοχή τους ακόμη και φάρμακα.
Συχνά επιβάλλονταν ομαδικές ποινές των κατοίκων σε τρόφιμα, ενώ πολλές ήταν και οι επιτάξεις ζώων. Περίπου στο ίδιο διάστημα μεταφέρθηκαν στη Γερμανία αγαθά αξίας 45.700.000 μάρκων, ενώ μέχρι το τέλος του ίδιου χρόνου έφτασαν τα 150.000.000. Όλες οι αγορές έγιναν σε τιμές Κατοχής σε αναλογία 1 μάρκο προς 50 δραχμές.
Μετά την αρχή της Κατοχής η πείνα κάνει αισθητή την παρουσία της, χωρίς να φτάσει όμως ακόμη στο σημείο που θα βρεθεί αργότερα. Στις αρχές φθινοπώρου του 1941 ήδη τα εισοδήματα, οι μισθοί και οι συντάξεις έχουν σχεδόν εκμηδενισθεί. Τα περισσότερα λαϊκά συσσίτια που ιδρύονται το καλοκαίρι διακόπτουν τη λειτουργία τους γιατί δεν διαθέτουν τα μέσα και δεν βρίσκουν τρόφιμα. 

Επιπλέον η διαίρεση της χώρας σε τρεις ζώνες κατοχής κάνει πολύ πολύπλοκη τη διανομή τροφίμων. Εξάλλου, αν και η βουλγαρική ζώνη περιελάμβανε μόνο το 11% του πληθυσμού και το 15% του εδάφους, διέθετε ωστόσο το 40% της παραγωγής σιταριού, το 60% της παραγωγής σίκαλης και αβγών, το 50% των οσπρίων και το 80% του βουτύρου, προϊόντα που πρωταγωνιστούσαν στην ελληνική διατροφή.

Σε όλη τη διάρκεια της Κατοχής η Βουλγαρία δεν αποδέχθηκε να παραχωρήσει κανένα από αυτά τα αγαθά στις υπόλοιπες ζώνες, οι οποίες εξάλλου περιελάμβαναν και τα μεγάλα αστικά κέντρα. Των τελευταίων μάλιστα ο αριθμός είχε αυξηθεί δραματικά μετά την αποχώρηση των στρατιωτών από τις εμπόλεμες ζώνες και τη μεταφορά τους εκεί, όπου περίμεναν ότι το ελληνικό κράτος θα τους μετέφερε στην ιδιαίτερη πατρίδα τους.
Η κυβέρνηση από την άλλη δεν κατορθώνει να συγκεντρώσει το σιτάρι και τα άλλα γεωργικά προϊόντα από τη γερμανοϊταλική αγροτική ζώνη αφού οι χωρικοί κρύβουν τη σοδειά τους. Πολλοί, ιδιαίτερα οι εύποροι αγρότες, διατηρούν κρυφές αποθήκες, για να ανεβάζουν τις τιμές, ενώ αρκετές οικογένειες έχουν στη διάθεσή τους προμήθειες μέχρι την επόμενη σοδειά. Συχνά μάλιστα γίνονται εκκλήσεις από διάφορες αντιστασιακές ομάδες που προτρέπουν τους παραγωγούς να μην παραδώσουν στις αρχές τα γεωργικά προϊόντα, ώστε να αποκλεισθεί το ενδεχόμενο να σταλούν αυτά στη Γερμανία.
Ουσιαστικά δηλαδή, στην ελληνική υπηρεσία εφοδιασμού φτάνει μόνο το 4% της ήδη μειωμένης σοδειάς σιταριού και μόνο το 2% των υπολοίπων δημητριακών.Η επίθεση του Χίτλερ στη Σοβιετική Ένωση ματαίωσε κάθε πιθανότητα εφοδιασμού με σιτάρι από την περιοχή αυτή. Εξάλλου το αρχηγείο του Ράιχ διεμήνυε ότι, αφού άλλες χώρες όπως το Βέλγιο, η Νορβηγία και η Ολλανδία ήταν περισσότερο σημαντικές από την Ελλάδα, θα έρχονταν πρώτες στις αποστολές τροφίμων και έτσι η χώρα μας δεν είχε να περιμένει και να ελπίζει βοήθεια από τη Γερμανία. 

Δείτε ολόληρο το άρθρο του Γιώργου Ζαβάκου στο :

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου